Τρίτη 31 Μαρτίου 2009

R.I.P. Maurice

[youtube /v/irPSvEkQl8Q&hl=en&fs=1]

Ένας από τους πολυγραφότερους και δημοφιλέστερους συνθέτες κινηματογραφικής μουσικής, ο Μορίς Ζαρ, πέθανε το περασμένο Σάββατο σε ηλικία 84 ετών. Ο γάλλος δημιουργός έγραψε μουσική για περισσότερες από 150 κινηματογραφικές και τηλεοπτικές παραγωγές, υπολογίζεται δε ότι κατά το διάστημα 1960-1999 έγραφε περίπου τρία κινηματογραφικά σκορ ανά έτος κερδίζοντας συνολικά τρία βραβεία Οσκαρ.
Σημείο-κλειδί στην καριέρα του Ζαρ αποδείχθηκε, το 1961, η μουσική που έγραψε για την περίφημη ταινία του Ντέιβιντ Λιν «Ο Λόρενς της Αραβίας» (εμμονή του γράφοντος), για την οποία και κέρδισε το πρώτο από τα τρία Όσκαρ του- όλα για ταινίες του Λιν. Το δεύτερο ήρθε το 1965 για το σάουντρακ του «Δόκτορος Ζιβάγκο»- μια τεράστια εμπορική επιτυχία-, ενώ το τρίτο είκοσι χρόνια αργότερα (1985) για «Το πέρασμα στην Ινδία». 


Τα 200 εκατομμύρια μέλη φτάνει το Facebook

Εκθετικούς ρυθμούς αύξησης των μελών του γνωρίζει το facebook. Τον περασμένο Αύγουστο τα μέλη του έφταναν αισίως τα 100 εκατομμύρια. Κάποια στιγμή μέσα στην επόμενη εβδομάδα τα μέλη του θα φτάσουν τα 200 εκατομμύρια. Αύξηση 100% μέσα σε μόλις 8 μήνες. Αν συνυπολογίσουμε μάλιστα ότι το 70% των χρηστών του βρίσκεται έξω από τις ΗΠΑ τότε βρισκόμαστε μπροστά σε ένα παγκόσμιο φαινόμενο με ευρύτερες ψυχολογικές και κοινωνιολογικές προεκτάσεις.

Καθώς το Facebook αναπτύσσεται και εξελίσσεται, έρχεται όλο και πιο συχνά αντιμέτωπο με τις προσδοκίες των μελών του, που συχνά παίρνουν τη μορφή απαιτήσεων. Οι πρόσφατες αλλαγές στην απεικόνιση της προσωπικής σελίδας των χρηστών προκάλεσε ποικίλες αντιδράσεις, μεγάλο ποσοστό των οποίων δεν ήταν θετικές. Σε συνδυασμό με τα πρόσφατα γεγονότα και τις διαμαρτυρίες με αφορμή ενδεχόμενη αλλαγή των Όρων Χρήσης της υπηρεσίας, όχι αναγκαστικά προς όφελος των χρηστών, οι τελευταίοι έφτασαν σε σημείο να οργανώσουν σχετικό group στην υπηρεσία, με σκοπό τη διαμαρτυρία ενάντια στις πρόσφατες αλλαγές.

Οι ιθύνοντες της εταιρείας εξηγούν ότι οι αλλαγές έχουν μοναδικό σκοπό να επιταχύνουν την ενημέρωση σχετικά με τις δραστηριότητες των μελών. Όπως και να έχει, η διαμάχη σχετικά με τις αλλαγές αντικατοπτρίζει τη δυσκολία ικανοποίησης ενός κοινού διακοσίων εκατομμυρίων, πολλοί εκ των οποίων θεωρούν ότι έχουν λόγο εξαιτίας της συμμετοχής τους στην ανάπτυξη και διάδοση της υπηρεσίας στα πρώτα της δύσκολα βήματα.

"Το ζήτημα με τους χρήστες είναι παράξενο», εξηγεί ο Σίαμ Σουντάρ, ερευνητής στο πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια. «Είναι μια τεχνολογία που οδήγησε στη δημιουργία κοινοτήτων, και έφτασε σε τέτοιο σημείο που τα μέλη τους αισθάνονται το δικαίωμα να αμφισβητήσουν και να προκαλέσουν τον δημιουργό της τεχνολογίας».

Παρόμοιες εντάσεις είχαν υπάρξει λίγο παλιότερα, όταν το Facebook είχε ανακοινώσει τη χρησιμοποίηση της αμφιλεγόμενης διαφημιστικής πλατφόρμας Beacon, αλλά και όταν επιχείρησε να αλλάξει τους όρους χρήσης και δημιουργώντας υπόνοιες ελέγχου στο περιεχόμενο που δημοσιεύουν τα μέλη του. Η απάντηση του Facebook ήταν αρχικά η επαναφορά των παλιών Όρων Χρήσης και κατόπιν η διαβεβαίωση ότι στο εξής δε θα άλλαζε κάτι προτού ζητήσει τη γνώμη των χρηστών του.

Οι άνθρωποι, πολλές φορές θέλουν να διατηρούν μυστικά και ξεχωριστούς κοινωνικούς κύκλους. Το Facebook των διακοσίων εκατομμυρίων μελών είναι μια δύναμη που αναπροσαρμόζει με δυναμικό τρόπο αυτές τις ισορροπίες. Δάσκαλοι «μπλέκουν» στη σφαίρα των μαθητών, γονείς στη σφαίρα των παιδιών τους αλλά και εργαζόμενοι σε εκείνη των εργοδοτών τους. Οι ενοποιήσεις αυτής της μορφής έρχονται από κοινωνιολογική πλευρά σε αντίθεση με την «ομοφιλία», την τάση δηλαδή των ανθρώπων να σχετίζονται κατά βάση με άτομα αντίστοιχης ηλικίας, ενδιαφερόντων και εθνικότητας.

Η τεράστια ανάπτυξη του Facebook προκαλεί αναπόφευκτες συγκρούσεις, καθώς η έννοια του «φίλου» αποκτά πολύ ελαστική ερμηνεία. Σε γενικές γραμμές πάντως, πολλοί σχολιάζουν ότι καλό είναι να αποφεύγουμε τα σχόλια που ενδέχεται να προκαλέσουν πρόβλημα στις σχέσεις με τους εργοδότες μας. Μάλιστα, παρά το ότι οι χρήστες έχουν τη δυνατότητα να επιτρέπουν τη δημοσίευση των σχολίων τους σε επιλεγμένες ομάδες «φίλων» τους, έρευνα δείχνει ότι μόλις το 20% κάνει χρήση αυτών των εφαρμογών.

Κάποια άλλα προβλήματα μπορεί να είναι πιο περίπλοκα, στις περιπτώσεις μεταξύ γονέων και παιδιών ή μεταξύ φίλων. Για παράδειγμα, πώς μπορεί το Facebook να είναι ένα μέρος που έφηβοι μοιράζονται και σχολιάζουν όσα έκαναν στην έξοδο τους, όταν οι γονείς τους χρησιμοποιούν την ίδια υπηρεσία για να ανταλλάξουν επαγγελματικές συμβουλές με δικούς τους γνωστούς και συνεργάτες; Παρά το ότι η υπηρεσία παρέχει μια αποτελεσματική μέθοδο επικοινωνίας μεταξύ ανθρώπων, ταυτόχρονα καταρρίπτονται κάποια όρια μυστικότητας. «Πολλές φορές οι άνθρωποι επιδιώκουν να είναι χωριστά, γονείς και παιδιά είναι ένα καλό παράδειγμα», αναφέρει η Ντάνα Μπόιντ, κοινωνική επιστήμονας που έχει μελετήσει τα κοινωνικά δίκτυα στο Web. «Ήδη βλέπουμε νέους να αναρωτιούνται πώς έφτασαν σε σημείο να έχουν «φίλη» της μητέρα τους. Παρατηρείται μια επιφυλακτικότητα από την πλευρά των νέων, που δεν υπήρχε πριν δύο χρόνια».

Άρθρο στην Καθημερινή



/>

target="_blank">
border="0" />

Δευτέρα 30 Μαρτίου 2009

Το σκιάδιον και η κουκούλα

Απολαυστικό το άρθρο του Παντελή Μπουκάλα στην Καθημερινή ανασύρει από το σεντούκι της ιστορίας τα Σκιαδικά, τα επεισόδια του 1859, με αφορμή το σκιάδιον, το ψαθάκι των αντιδυναστικών νεαρών της εποχής. Οι αναλογίες με όσα απίθανα ακούμε στις μέρες μας για τις κουκούλες και τα φούτερ κάτι παραπάνω από εμφανείς.  Άλλο τόσο εμφανείς και οι αναλογίες ανάμεσα στις εκάστοτε "παλαιές γενεές"...

[...]Ας πάμε ωστόσο, με όχημα την προχθεσινή εθνική επέτειο, στις πρώτες μετεπαναστατικές δεκαετίες, όταν η φουστανέλα δεν είχε καταχωνιαστεί ακόμα στα σεντούκια. Στις 10 και 11 Μαΐου 1859, λοιπόν, έμελλε να αρχίσει η επαλήθευση όσων προφήτευε ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης βλέποντας να χτίζεται το Πανεπιστήμιο: «Το σπίτι ετούτο [το Πανεπιστήμιο δηλαδή] θα φάει το σπίτι εκείνο [το Παλάτι]». Τρία χρόνια μετά την αντιδυναστική εξέγερση της σπουδάζουσας νεολαίας το 1859, σύμβολο της οποίας υπήρξε ένα στοιχείο της ενδυμασίας τους, το σκιάδιο, επιτεύχθηκε η έξωση του Οθωνα. Προσημειώνοντας ότι η ίδια η ιστορία απαγορεύει την εξίσωση εποχών και συμβόλων (το σκιάδιο αποκαλύπτει πανηγυρικά, η κουκούλα ή το μαντίλι, που φοριούνται «εξ ιδεολογίας» ή απλώς για άμυνα, όταν πέφτουν βροχή τα χημικά, καλύπτουν), θυμίζω εν συντομία όσα έλαβαν χώρα το 1859, τα λεγόμενα «Σκιαδικά»: Με αφορμή την ιδέα του Αλέξανδρου Ρίζου Ραγκαβή, υπουργού Εξωτερικών τότε, να στηριχθεί η εγχώρια παραγωγή, οι νέοι στις κυριακάτικες εξόδους τους στο Πεδίον του Άρεως άρχισαν να εμφανίζονται φορώντας στην κεφαλή τους ένα σιφνιώτικο ψαθάκι, σκιάδιον στην καθαρεύουσα, στολισμένο με γαλανόλευκη κορδελίτσα. Με τούτη την απλή κίνηση, οι «Γαριβαλδινοί» ήθελαν να καταδείξουν την πολιτική τους αντίθεση απέναντι στους ξένους, και βέβαια απέναντι στους εν Ελλάδι ξενόφιλους ή και ξενόδουλους, τους «Αυστριακούς», που φορούσαν άσπρα ψηλά καπέλα. Οι εισαγωγείς ευρωπαϊκών καπέλων, βλέποντας ότι κινδύνευαν να χάσουν την πελατεία τους αν γενικευόταν η αντιξενική μόδα, έστειλαν υπαλλήλους τους στο Πεδίον το Αρεως, με κουρελιασμένα και βρώμικα σκιάδια στην κεφαλή τους, για να διακωμωδήσουν τον αγώνα των μαθητών και φοιτητών. Προκλητικοί οι μπιστικοί των εισαγωγέων εξερέθισαν τους σκιαδιοφόρους και η συμπλοκή δεν άργησε. Δεν άργησε επίσης να καταφτάσει η Χωροφυλακή, η οποία ξυλοφόρτωσε τους σπουδαστές και συνέλαβε τρεις. Με το κεφάλι τους αγύριστο κάτω από το σκιάδιό τους, οι ξυλοκοπηθέντες κινήθηκαν προς τα Εξάρχεια και πολιόρκησαν το αστυνομικό τμήμα της Νεάπολης, απαιτώντας να αποφυλακιστούν οι τρεις σύντροφοί τους της «Χρυσής Νεολαίας».

Κατά το συνήθειό τους, οι δυνάμεις της τάξεως τους προπηλακίζουν εκ νέου και οι εξεγερμένοι υποχωρούν προς το καφενείο «Η Ωραία Ελλάς», Ερμού και Αιόλου, όπoυ ανασυγκροτούνται. Η διαδήλωσή τους, που ανέβηκε την Ερμού και στην οποία συμμετείχαν πια και «εξωφοιτητικά στοιχεία» (έτσι τα λέμε τώρα, τότε τα έλεγαν «ετερογενή»), στρέφεται κατά των Ανακτόρων. Αγριο έπεσε το ξύλο κατά των διαδηλωτών και την επομένη. Αποτέλεσμα, να καταφύγουν οι Σκιαδιστές στο Πανεπιστήμιο και να προχωρήσουν σε κατάληψή του, την πρώτη της ιστορίας του. Εκεί πολιορκούνται από τους χωροφύλακες, που τα ξημερώματα εισβάλλουν πυροβολώντας. Οι καταληψίες αμύνονται πετώντας πέτρες και ξύλα, πλην οι χωροφύλακες καταλαμβάνουν τμήμα του Πανεπιστημίου και τραυματίζουν βαριά δύο φοιτητές. Συλλαμβάνονται και παραπέμπονται περί τους σαράντα «στασιαστές», ο δε υπουργός Παιδείας κλείνει το Πανεπιστήμιο για δύο μέρες και εγκαθιστά στο εσωτερικό του στρατιωτική φρουρά τριάντα ανδρών (κάτι τέτοιο ορέγονται ίσως και τώρα οι φαιότεροι εκ των ασυλομάχων).

«Η νεολαία των Αθηνών, εξαφθείσα τυχαίως εκ της υποθέσεως των διαβοήτων σκιαδίων», έγραφε ο Μεσολογγίτης Επαμεινώδας Δεληγιώργης, φλογερός αντιδυναστικός, ηγέτης της «Χρυσής Νεολαίας» και μετέπειτα πρωθυπουργός, «επέδειξεν χαρακτήρα λαμπρόν. Απέδειξε διά του ενθουσιασμού και των πράξεών της, δύο ιδίως συμπτώματα: πρώτον ότι, καίτοι μη πάσχουσα ως μη διωκομένη, αισθάνεται τα παθήματα των άλλων. Δεύτερον ότι η παλαιά γενεά, ης είναι τέκνον, αν και υπηρέτησεν και υπηρετεί το φθοροποιόν σύστημα, μολαταύτα σώζει την συναίσθησιν του κακού». Δεν θα μπορούσαμε να πούμε το ίδιο για τη σύγχρονή μας «παλαιά γενεά», για την οποία το «κακό» είναι η ίδια η νεολαία, όταν εξεγείρεται χλευάζοντας κομματικές γραμμές και σχήματα... Γι’ αυτό και την καταδικάζει συλλήβδην σαν «κουκουλοφόρο», ακόμα κι αν διαμαρτύρεται και διεκδικεί με φανερό πρόσωπο και καθαρή φωνή.



Twitter: η άλλη «δημοσιογραφία»

Πριν από καιρό είχα κάνει εγγραφή στα tweets, τα σύντομα δηλαδή μηνύματα που ανταλλάσσονται μέσω twitter, μιας αθηναϊκής εφημερίδας. Στο διάστημα που μεσολάβησε δε μετάνιωσα για την επιλογή. Οι ειδήσεις που μέσω του twitter έφταναν είτε στον υπολογιστή είτε στο κινητό συχνά με πληροφόρησαν εγκαίρως για κάποια εξέλιξη που με ενδιέφερε.

Την προηγούμενη εβδομάδα όμως είδα, με κάποια έκπληξη ομολογώ, ότι η εφημερίδα είχε κάνει εγγραφή και στα δικά μου tweets. Κίνηση "αβροφροσύνης" πιθανώς. Ή απλώς μια κίνηση χωρίς κάποιο ιδιαίτερο λόγο, απλώς για να υπενθυμίσει την παρουσία της στον δικτυακό αναγνώστη. Δεν αποκλείεται. Άλλωστε το είχε κάνει σε όλους όσοι είχαν εγγραφεί.

Από την άλλη όμως, ίσως να είναι το προανάκρουσμα μιας άλλης εποχής για την παραδοσιακή δημοσιογραφία. Μπορεί προς το παρόν η καλή εφημερίδα να μην έχει την πρόθεση ή (και) την υποδομή να παρακολουθήσει τα εκατοντάδες μηνύματα που ανταλλάσσουν οι followers της. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι μπορεί να αδιαφορεί για τη "δυναμική ενημέρωσης" που αναπτύσσουν οι ίδιοι οι πολίτες.

Οι εξελίξεις στον read and write ιστό, στο web 2.0 αν θέλετε, είναι καταιγιστικές και αναδεικνύουν τη δύναμη των νέων μέσων όχι μόνο στην υποδοχή, τη διήθηση, τον σχολιασμό των ειδήσεων αλλά και στην "πρωτογενή" ενημέρωση. Συχνά το τελευταίο διάστημα, κέρδισα χρόνο από την ενημέρωση μέσω των tweets και όχι μόνο σε χρηστικά ζητήματα (πχ "πορεία στο κέντρο -κλειστό το ένα ρεύμα της Πατησίων") αλλά και σε πολλά άλλα. Για παράδειγμα, δε μπόρεσα να παρακολουθήσω το πρόσφατο συνέδριο για την επιστήμη του Ιστού. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι δεν πήρα και μια γεύση απ' όσα συζητήθηκαν.

Συνάδελφοι που βρίσκονταν εκεί πληροφορούσαν, σε πραγματικό χρόνο, για τις ανακοινώσεις (thx Tanya), μετέφεραν το κλίμα και παρέπεμπαν σε περισσότερο αναλυτικές ανταποκρίσεις στα ιστολόγιά τους αλλά και αλλού.

Σε ανταπόκρισή του στην Ελευθεροτυπία της Κυριακής ο Θανάσης Τσίτσας αναφέρει ότι αυτό που κάποτε χαρακτηριζόταν ενοχλητική υποκουλτούρα, σήμερα αρχίζει να γίνεται ολοένα και μεγαλύτερο μέρος του κοινωνικού και μιντιακού περιβάλλοντος. Το Twitter έχει διεισδύσει μέσα σε εφημερίδες, εταιρείες και πολιτικές εκστρατείες. Ολα έγιναν πολύ γρήγορα. Το Twitter ξεκίνησε σαν μικρή εταιρεία όπου οι χρήστες μπορούσαν να ανανεώνουν το προφίλ τους, ακριβώς όπως στο Facebook[σημ καμία σχέση]. Τα μηνύματα περιορίζονται στις 140 λέξεις.Στα μέσα του 2008, η εταιρεία, που έχει έδρα το Σαν Φρανσίσκο, εμφανιζόταν σε άρθρα εφημερίδων και είχε προσφορές εξαγοράς αξίας 500 εκατ. δολαρίων. Σήμερα διαθέτει περίπου 6 εκατομμύρια χρήστες, μια αύξηση της τάξης του 900% σε σχέση με το 2007. [...]

[..]Πολλοί θεωρούν ότι το Twitter έγινε δημοφιλές λόγω του ρόλου που έπαιξε στις τρομοκρατικές επιθέσεις στη Βομβάη τον περασμένο Νοέμβριο. Για άλλους έγινε δημοφιλές εξαιτίας της απόφασης του Δαλάι Λάμα να αρχίσει να το χρησιμοποιεί. Άλλοι πάλι θεωρούν ότι η εκτεταμένη χρήση του από τα κανάλια και πολλές μεγάλες εταιρείες συμβάλλει στη δημοτικότητά του. Η χρήση του είναι κοινός τόπος για όλους, από πολιτικούς μέχρι εκδοτικούς οίκους και ενδεικτικό της δημοφιλίας του αποτελεί το γεγονός ότι στις αρχές του χρόνου εκδόθηκε ένας οδηγός για το πώς να γράφει κανείς στο Twitter.

Το Twitter, όμως, αναδεικνύει τις λιγότερο κολακευτικές πλευρές της αμερικανικής κουλτούρας: ανάγκη για συνεχή προσοχή, πολύ μικρό χρόνο συγκέντρωσης και έλλειψη ουσίας στο αποκορύφωμά της. Αρχικά το Twitter και οι χρήστες του ήταν απλώς ενοχλητικοί και σχετικά περιθωριοποιημένοι. Τώρα υπάρχει κόσμος που μιλάει σοβαρά για «δημοσιογραφία στο Twitter» και «κριτική μέσω του Twitter». Αυτό που αρχικά έμοιαζε με περιορισμένο φαινόμενο στο Ιντερνετ, έχει αρχίσει να μοιάζει με επίθεση κατά της ικανότητάς μας να σκεφτόμαστε ολοκληρωμένα και να συντάσσουμε ολοκληρωμένες προτάσεις. [αν και κριτική που αφορμάται από τον εγγενή(sic) αντιαμερικανισμό μοιάζει ακαταμάχητη, ας σκεφτούμε τον ρόλο του twitter στα γεγονότα του Δεκεμβρίου. Το hashtag griots παρείχε συνεχή ενημέρωση και αφορμή για προβληματισμό. Μα σε 140 χαρακτήρες; Όχι απαραίτητα. Συχνά τα tweets ήταν μέρος ευρύτερης και διαρκώς εξελισσόμενης ή παρέπεμπαν σε στοχαστικά κείμενα και αναλύσεις που φυσικά δεν περιορίζονταν σε τόσο μικρό αριθμό χαρακτήρων.] 

Οι υπερασπιστές του Twitter απορρίπτουν τέτοιες επικρίσεις. Λένε ότι τέτοια επιχειρήματα χρησιμοποιούνται κατά του Ιντερνετ και των εφαρμογών του επί χρόνια. Επιπλέον, οι υπερασπιστές του Twitter ισχυρίζονται ότι αυτοί που επικεντρώνουν την κριτική τους στο πόσο κενά είναι τα μηνύματα στο Twitter, αγνοούν τα οφέλη τής συνεχούς χρήσης του. Ο Κλάιβ Τόμσον, υποστηρικτής του Twitter, blogger, και δημοσιογράφος που ασχολείται με θέματα τεχνολογίας παραδέχεται ότι η συντριπτική πλειονότητα των μηνυμάτων στο Twitter είναι ανούσια. Υποστηρίζει, όμως, ότι το Twitter είναι η ύστατη σωκρατική εφαρμογή. Η πράξη του να σταματάει κανείς πολλές φορές την ημέρα για να παρατηρήσει τι νιώθει και τι σκέφτεται, μπορεί, έπειτα από κάποιο καιρό, να γίνει ένα είδος φιλοσοφικής πράξης. Είναι, τελικά, σαν να ακολουθεί κανείς το ρητό «γνώθι σαυτόν». Η ύπαρξη του κοινού καθιστά αυτή την πράξη τού στοχασμού πιο διεισδυτική. Ο Τόμσον, βέβαια, δεν μας λέει γιατί η ύπαρξη του κοινού κάνει τον στοχασμό πιο διεισδυτικό -ούτε αποσαφηνίζει την έννοια του διεισδυτικού στοχασμού. Ούτε αναφέρεται καν στο γεγονός ότι 140 χαρακτήρες μπορεί να είναι αρκετοί για να δηλώσει κανείς ένα ασήμαντο γεγονός, αλλά οπωσδήποτε όχι αρκετοί για να στοχαστεί κανείς. Αλλά το να παίρνει κανείς στα σοβαρά ανθρώπους σαν τον Τόμπσον δεν είναι απαραίτητο, γιατί οι πιο πειστικές αποδείξεις για την κενότητα του Twitter βρίσκονται στο ίδιο το δίκτυο. Εκεί μπορεί κανείς να δει με τι μοιάζει η πράξη τού «διεισδυτικού στοχασμού». Μοιάζει κάπως έτσι: «Κάποιος έφτιαξε καφέ και μυρίζει ωραία. Πρέπει να αντισταθώ». «Συνεχίζω θεραπεία για την ουροδόχο κύστη. Το καλό της κατάστασης είναι ότι έχασα 5 κιλά από τότε που ξεκίνησα δίαιτα» κ.ο.κ. [Σωστά. Ένα μεγάλο μέρος των μηνυμάτων που ανταλλάσσονται είναι πραγματικά αυτής της μορφής. Δεν είναι απαραίτητο όμως, να τα "ακολουθήσει" κανείς. Διαβάζουμε δηλ. κάθε ιστολόγιο; Ακόμα κι αυτά που αναφέρονται στις προσωπικές συνήθειες των κατόχων τους; Ή όλες τις ιστοσελίδες; Με τον ίδιο τρόπο που γίνεται εκεί η επιλογή γίνεται κι εδώ. Η δύναμη του μέσου και οι ικανότητες διήθησης των μηνυμάτων είναι δυο διαφορετικά ζητήματα που ναι μεν συνδέονται αλλά δεν ταυτίζονται.]

Η πιο εκνευριστική υπεράσπιση του Twitter είναι ότι το κοινωνικό δίκτυο είναι ένα είδος τέχνης. Οι υποστηρικτές του λένε ότι η ικανότητα να επικοινωνείς σε 140 χαρακτήρες, είναι ένα είδος ποίησης της εποχής των υπολογιστών. Ο Τόμσον γράφει ότι οι χρήστες τού Twitter προσπαθούν να περιγράψουν τις δραστηριότητές τους με έναν τρόπο που να είναι ενδιαφέρων για τους άλλους. Συνεπώς, τα μηνύματα είναι μια μορφή φιλολογίας ή ένα είδος τέχνης. Πολλοί ισχυρίζονται ότι το Twitter θα έχει τον μεγαλύτερο αντίκτυπο ως εργαλείο για τη «δημοσιογραφία των πολιτών». Ο Ρόρι Ο'Κόνερ, ο οποίος έχει μελετήσει τον αντίκτυπο των αποκαλούμενων «κοινωνικών δικτύων» (social networks) στον κλάδο των ΜΜΕ, συμπέρανε ότι ιστοσελίδες σαν το Twitter όχι μόνο αποτελούν συμπλήρωμα στα παραδοσιακά ΜΜΕ, αλλά και τα παραγκωνίζουν, αναφέροντας ως παράδειγμα ότι η πρώτη φωτογραφία τού αεροπλάνου που προσθαλασσώθηκε στον ποταμό Χάντσον στη Νέα Υόρκη δημοσιεύτηκε στο Twitter. Είναι αλήθεια ότι το Twitter έχει χρησιμοποιηθεί για να δημοσιευτούν πληροφορίες κατά τη διάρκεια κρίσεων. Καθιστά όμως το γεγονός αυτό την ενασχόληση με το Twitter δημοσιογραφία; Οταν ο κόσμος άρχισε να τηλεφωνεί σε συντάκτες εφημερίδων για να τους δώσει κάποια πληροφορία, αρχίσαμε να μιλάμε για «δημοσιογραφία των τηλεφωνικών δικτύων» [Φοβάμαι ότι το επιχείρημα είναι σοφιστικό. Είναι το ίδιο η ισχυρή αλληλεπίδραση που αναπτύσσεται στο web 2.0, η δυνατότητα άμεσου σχολιασμού της είδησης ή της άποψης με το άτυπο "τηλεφωνικό δίκτυο"; Στο τελευταίο ο συντάκτης του παραδοσιακού μέσου θα είναι εκείνος που θα φιλτράρει τις πληροφορίες, θα αποφασίσει ποιες θα αναδειχτούν και ποιες θα "θαφτούν". Όσοι συνεισφέρουν  σ' αυτό θα έχουν τη δυνατότητα να σχολιάσουν τις αποφάσεις του, να στοχαστούν ή να αναστοχαστούν ως αποτέλεσμα της αλληλεπίδρασής τους με τους άλλους χρήστες;]; Οταν οι «Λος Αντζελες Τάιμς» άρχισαν να δημοσιεύουν πληροφορίες στο Twitter για τις μεγάλες πυρκαγιές που μαίνονταν στην πολιτεία, προσέφεραν απλώς μια υπηρεσία πληροφοριών στους αναγνώστες, η οποία ήταν συμπληρωματική της κανονικής κάλυψης γεγονότων. Δεν ήταν, ας ελπίσουμε, «το μέλλον της δημοσιογραφίας». Διάφορες προσπάθειες να χρησιμοποιηθεί το Twitter ως μέσο δημοσίευσης κανονικών ρεπορτάζ (το περιοδικό Slate π.χ. προσπάθησε να καλύψει έτσι τους Ολυμπιακούς Αγώνες) είχαν αστεία αποτελέσματα και εγκαταλείφθηκαν γρήγορα [Εδώ είναι ίσως το σημαντικότερο σημείο. Η (άγνωστη σε μένα τουλάχιστον) αποτυχία προδικάζει νομοτελειακή αποτυχία κάθε ανάλογης προσπάθειας; Ή μήπως απλώς αναδεικνύει την ιδιαιτερότητα των νέων μέσων και την ανάγκη να προσαρμοστεί σ' αυτή η γραμματική και το συντακτικό της δημοσιογραφίας του κοντινού μας μέλλοντος. Επ' αυτού όμως θα επανέλθουμε...].



Κυριακή 29 Μαρτίου 2009

Τι θα γινόταν εδώ;

Η είδηση προβλήθηκε αρκετά τόσο από τα ΜΜΕ όσο και από τα ιστολόγια. Πρόταση εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης στη Βρετανία εστιάζει:

  • στη γνώση μπλογκ, podcast (εδώ και οι δεξιότητες wikis και twitter που προβλήθηκαν και περισσότερο) και της ικανότητας άνετου χειρισμού του πληκτρολογίου

  • στην εκμάθηση ιεραρχικής χρονολόγησης συγκεκριμένων γεγονότων. Το σχολείο θα επιλέγει δύο βασικές περιόδους της βρετανικής Ιστορίας, οι οποίες και θα διδάσκονται.


Επειδή η είδηση αντιμετωπίστηκε με θαυμασμό και με μια δόση κρυμμένης ζήλειας (όπως κάθε φορά που κάτι νέο έρχεται από την Εσπερία).

Επειδή αντίρρηση (απ' όσο γνωρίζω) δεν υπήρξε.

Επειδή έλλειψη αντίρρησης σημαίνει (λανθασμένα) συμφωνία, ας προσπαθήσουμε να φανταστούμε κάτι ανάλογο κι εδώ. 

Ποιες θα ήταν οι δυο περίοδοι που θα  επιλέγονταν;

Ποιες θα ήταν εκείνες που θα αποκλείονταν

Ποιες "λεπτομέρειες" θα αφαιρούνταν από τα σχολικά μας βιβλία;

Φαντάζεστε πολιτικό που θα στεκόταν απέναντι σ' εκείνους που θα έλεγαν ότι έφυγε από την εκπαίδευση ο Βουλγαροκτόνος για να έρθει ο ...Τουίτυ;

Έτσι για να βάζουμε τα πράγματα στη θέση τους...



Σάββατο 28 Μαρτίου 2009

Ο Πρωθυπουργός στο Twitter

Είναι να μη σου "ξεφύγει" κάτι σ' αυτή τη χώρα. Ή, ακόμη χειρότερα, να μη ξεφύγει ότι σου ξέφυγε. Όλα κι όλα, οι απόγονοι του Αριστοφάνη έχουν χιούμορ. Χιούμορ καυστικό, ανατρεπτικό, ανελέητο.

Διέρρευσε ότι ξέφυγε του Πρωθυπουργού ότι "...είναι κουρασμένος". Έπεσαν να τον φάνε τον άνθρωπο. Οι εντός, εκτός (και επί τα αυτά) αντιπολιτευόμενοι βρήκαν την ευκαιρία να τον χτυπήσουν. Οι γελοιογράφοι να τον διακωμωδήσουν. Οι δημοσιογράφοι να τον επικρίνουν. Πάω στοίχημα ότι οι μισές επιθεωρήσεις του καλοκαιριού μ' αυτό θα ασχολούνται.

Κάποιος πήγε ακόμα πιο μακριά. Έφτιαξε στο twitter το profile Kostakaramanlis και άρχισε την ανελέητη διακωμώδηση.

Ο "πρωθυπουργός", που στο bio του δηλώνει θύμα των περιστάσεων, φέρεται να δηλώνει στο τελευταίο του tweet: "επιτέλους βρηκα τη δεύτερη κάλτσα μου. Νέος στόχος: να περασω ολο το ΣΚ φορωντας πιτζάμες".

Σε παλιότερα tweets:


  • Αύριο κλείνω κι εγώ τα φώτα. Ούτως ή άλλως τέτοια ώρα κοιμάμαι

  • Καλά πήγε η συνάντηση με Βγενό. Κουβεντιάσαμε για τον Τεν Κάτε, το γήπεδο, και άλλα σοβαρά θέματα.

  • Απόγνωση είναι: Το να είσαι πρωθυπουργός χώρας και το Lost 5x10 να σου κατεβαίνει με 25kb/s

  • Σε αίτημα ρουσφετιού: @macsphere Δυστυχώς δεν μπορώ να σας εξυπηρετήσω. Απευθυνθείτε σε κάποιον υπουργό. Ή σε κάποιον με αρμοδιότητες, γενικότερα.

  • Βρέχει έξω. Τα παιδιά κοιμούνται, η γυναίκα βλέπει Μάκη, η ομάδα έχασε. Τέτοιες στιγμές θα ήθελα να είμαι ζωγράφος. Ή ποιητής. Ή κουλουράς.

  • 7 εκατομμύρια δίνει το Τζόκερ σήμερα. Και μετά λένε ότι δεν κάνουμε τίποτα για τη φτώχια.
  • Πολύς κόσμος δεν συνειδητοποιεί πόσο ψηλή είναι η Ντόρα. Είναι ψηλότερη από το Μητσοτάκη. Είμαι σχεδόν σίγουρος ότι ψηλώνει ακόμα.

  • Δεν μου κολλάει ύπνος απόψε. Το βάρος της ευθύνης πέφτει πάνω μου βαρύ. Και του μουσακά επίσης

  • (Τελευταίο-και θανατερό) Ο Αντώναρος είπε κάτι πετυχημένο σήμερα, σίγουρα κατά λάθος. Τον ρώτησαν για την κούρασή μου, κι απάντησε "Αυτό το θέμα το 'χουμε εξαντλήσει"







Έφηβοι και κινητή τηλεφωνία: Ανάγκη ένταξης και επικοινωνιακή βουλιμία

Εκπαιδευτικοί και γονείς αναρωτιούνται συχνά για την εξάρτηση των εφήβων από τα κινητά τους. "Τι στο καλό λένε συνεχώς αυτά τα παιδιά;", "γιατί στέλνουν SMS όλη την ώρα;", "γιατί μιλούν στο κινητό ενώ μπορούν να τα πουν από το σταθερό;", "γιατί συνομιλούν στο κινητό ενώ ήταν μαζί πριν από πέντε λεπτά;"

Στα ερωτήματα προσπαθεί να δώσει απάντηση ενδιαφέρον άρθρο στην Ελευθεροτυπία.

[...]Ολες οι έρευνες συμφωνούν ότι η γενικευμένη χρήση κινητών ήδη από την προεφηβική αλλά κυρίως κατά την εφηβική ηλικία έχει ήδη αλλάξει σημαντικά τη ζωή των νέων ανθρώπων. Πρώτα απ' όλα έχει ανατρέψει τους χρόνους και τους τρόπους διαχείρισης και οργάνωσης της ζωής κάθε εφήβου. Χάρη στο κινητό του ένας έφηβος μπορεί να οργανώνει γρήγορα συναντήσεις με τους φίλους του και να ενημερώνει τους γονείς του για τις κινήσεις του.

Λόγω του υπερβολικά φορτωμένου προγράμματος δραστηριοτήτων, το κινητό είναι απαραίτητο εργαλείο για την οργάνωση του λιγοστού ελεύθερου χρόνου των νέων. Επιπλέον, οι έφηβοι θεωρούν ότι η ίδια η συσκευή αντανακλά την προσωπικότητά τους, γι' αυτό αλλάζουν διαρκώς κινητά ακολουθώντας τη μόδα. Κάτι που εξάλλου ισχύει και στα λεγόμενα «αιώνια παιδιά»: τους μεσήλικες γονείς ή τους υπερήλικες παππούδες τους.

 Υπάρχει, ωστόσο, μια αξιοσημείωτη διαφορά ανάμεσα στους ενήλικους και τους ανήλικους χρήστες της κινητής τηλεφωνίας. Η κατοχή και η χρήση κινητού από έναν έφηβο αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την κοινωνική του ένταξη και συνεπώς για την προσωπική του αυτοεκτίμηση. Πράγματι, η μη κατοχή κινητού καθιστά τεχνολογικά, άρα και επικοινωνιακά, αναλφάβητο τον έφηβο και οδηγεί αναπόφευκτα στον κοινωνικό αποκλεισμό του.

Γιατί όμως τα κινητά αποτελούν σήμερα απαραίτητο «εξάρτημα» της ζωής κάθε εφήβου; Ισως επειδή υποσυνείδητα φαίνεται πως ικανοποιούν τις ιδιαίτερα έντονες σε αυτή την ηλικία ανάγκες για επικοινωνία και συντροφικότητα. Αυτές οι «ακραίες» επικοινωνιακές ανάγκες των εφήβων εκδηλώνονται στο πάθος και την ταχύτητα με την οποία ανταλλάσσουν γραπτά μνήματα (SMS) ή τηλεφωνήματα αμέσως έπειτα από κάθε τους συνάντηση.

«Μα τέλος πάντων, τι λένε συνεχώς αυτά τα παιδιά;», επαναλαμβάνουν μονότονα οι σκανδαλισμένοι γονείς τους. Για να απαντήσει σε αυτό το ερώτημα ο Nicola Doring, καθηγητής ψυχολογίας της επικοινωνίας στο Πανεπιστήμιο Ilmenau της Γερμανίας, που ανέλυσε λεπτομερώς το περιεχόμενο 1.000 SMS τα οποία είχαν ανταλλάξει μεταξύ τους έφηβοι. Διαπίστωσε λοιπόν ότι ο σκοπός αυτής της έντονης αλληλογραφικής δραστηριότητας των νέων υπερβαίνει κατά πολύ το πληροφοριακό της περιεχόμενο. Κοντολογίς, δεν έχει απολύτως καμία σημασία τι λένε, αυτό που έχει σημασία είναι να μιλάνε.

Μήπως τελικά έχουν κάποιο δίκιο οι γονείς που απελπίζονται για τις ατελείωτες «κινητές αερολογίες» των παιδιών τους και κυρίως για τους υψηλούς τηλεφωνικούς λογαριασμούς που πληρώνουν;

Μια μεγάλη νορβηγική μελέτη ρίχνει κάποιο φως σε αυτή τη βουλιμική και μάλλον δαπανηρή (για τους γονείς) επικοινωνιακή δραστηριότητα των σημερινών εφήβων. Στην έρευνα συμμετείχαν περίπου 12 χιλιάδες νεαροί εθελοντές ηλικίας 13-19 ετών, οι οποίοι απάντησαν σε μια σειρά από ερωτήσεις σχετικά με το περιεχόμενο των συνομιλιών τους μέσω κινητού. Το βασικό συμπέρασμα που προέκυψε ήταν ότι όσο περισσότερο χρησιμοποιεί το κινητό του ένας έφηβος, μιλώντας ή ανταλλάσσοντας SMS, τόσο λιγότερο αισθάνεται μόνος! Βέβαια η έρευνα αυτή δεν διευκρινίζει τη σχέση αιτίας και αποτελέσματος: επικοινωνεί με το κινητό επειδή αισθάνεται μόνος ή, αντίθετα, όσο λιγότερο μόνος αισθάνεται τόσο περισσότερο επικοινωνεί με το κινητό;

Πάντως είναι σαφές ότι η δυνατότητα επικοινωνίας με τους φίλους του/της μειώνει δραστικά, αλλά πρόσκαιρα, το συχνά αβάσταχτο αίσθημα μοναξιάς των εφήβων. Οσο για τις «ανούσιες κινητές κουβεντούλες» μεταξύ των εφήβων, αυτές μάλλον αποτελούν έναν τρόπο επιβεβαίωσης ότι βρίσκονται στο ίδιο μήκος κύματος με τον άλλο. Γεγονός που με τη σειρά του μειώνει δραστικά το αίσθημα μοναξιάς ή απελπισίας που τόσο συχνά καταλαμβάνει τους εφήβους. Δυστυχώς, όμως, συχνά το τίμημα που πληρώνουν οι έφηβοι από αυτή την απρόσωπη και ιδιότυπη «κινητή ψυχοθεραπεία» είναι αρκετά υψηλό.[...]



Εκ γενετής κατώτεροι...



"Δικά μας παιδιά"...

Εδώ γεννήθηκαν, εδώ πήγαν Δημοτικό, Γυμνάσιο, Λύκειο. Εδώ δίνουν εξετάσεις, εδώ θα πάνε Πανεπιστήμιο. Εδώ έκαναν φίλους, εδώ θέλουν να ζήσουν.

Δικά μας παιδιά;

Μου πέφτουν τα μούτρα κάθε φορά που ζητώ ένα ακόμα πιστοποιητικό "με επίσημη μετάφραση" από "αυτά τα παιδιά".

-Εγώ, κύριε, εδώ γεννήθηκα.

-Το ξέρω παιδί μου αλλά για να είμαστε "εν τάξει".

Γιατί ούτε πιστοποιητικό γέννησης έχει. Κι ας γεννήθηκε εδώ. Ούτε υπηκοότητα. Ούτε ταυτότητα ελληνική. Κι ας μην έχει βγει ποτέ από τα ελληνικά σύνορα.

Μια ολόκληρη γενιά παιδιών, δεκάδες χιλιάδες παιδιά, ξένοι στον τόπο που γεννήθηκαν, μεγάλωσαν και ζουν. Αφανείς για την ελληνική πολιτεία, αντιμέτωποι με το Γκουαντάναμο της ελληνικής γραφειοκρατίας από τα γεννοφάσκια τους, ανασφαλείς και φοβισμένοι. Ξένοι και μέσα τους, μοιρασμένοι ανάμεσα σε δυο πατρίδες.

Με άγγιξε το μότο του blog μιας τέτοιας "Ξένης": "Η πατρίδα μου είναι τα παιδικά μου χρόνια. Εκεί ανήκω και εκεί γυρνάω πάντα". "Ξένη" υπογράφει, "Το Ημερολόγιο μιας ξένης" ο τίτλος του blog της. Και με γέμισε τύψεις για την αδράνειά μας.

"Το επίσημο κράτος μάς έχει τσουβαλιάσει και απλά βάζει το χέρι μέσα στο σακί, τραβάει ό,τι πιάνει το χέρι του και αποφασίζει να του δώσει την ελληνική υπηκοότητα", λέει σε συνέντευξή της στην Αυγή. "Όλοι οι άλλοι, είναι απλά οι ξένοι. Και βέβαια, κατά καιρούς πολύς θόρυβος γίνεται για τους Έλληνες της μειονότητας, αλλά είναι προφανές πως δεν εννοούν εμάς που είμαστε εδώ στην Ελλάδα. Είναι προφανές πως το πολιτικό παιχνίδι που παίζεται στην πλάτη τους ξεπερνά το μέσο νου του ανθρώπου. Εμείς δεν έχουμε καμία ελπίδα να μας κατατάξει η πατρίδα μας στα κιτάπια της. Εμάς μας έχει εφοδιάσει με ένα ροζ χαρτί κι απλά περιμένουμε πότε θα μας δώσει ένα άλλο χαρτί. Και αναγράφεται πάνω στο ροζ χαρτί «Δελτίο Ταυτότητας Ομογενούς». Αλλά δεν είναι ταυτότητα. Η αδελφή μου, που είναι φοιτήτρια τώρα και πήγε να πάρει ένα επίδομα που παίρνουν οι φοιτητές που δεν μένουν σε φοιτητική εστία, δεν μπόρεσε, διότι δεν είναι Ελληνίδα! Είναι μεν Ελληνίδα, αφού το λέει και το ροζ χαρτί που έχουμε όλοι μας στην οικογένεια, αλλά όχι όσο πρέπει για να δικαιούται το επίδομα".

Με άγγιξε και το σημείωμα του Παντελή Μπουκάλα στην Καθημερινή:

"Mια χαρά ήταν η πρωτοσέλιδη φωτογραφία της «Καθημερινής» την ημέρα της εθνικής εορτής, με «δύο Ελληνόπουλα καθισμένα δίπλα δίπλα να παρακολουθούν την παρέλαση», λευκό το αγοράκι, μαύρο το κοριτσάκι, με μια πλαστική γαλανόλευκη ακουμπισμένη στα πόδια του· «η ελληνικότητα», επέμενε η λεζάντα, «ήταν πάντα μια έννοια που δεν ορίστηκε από φυλές, ψευδογονίδια και χρώματα. Ελληνες πάντα ήταν οι της κοινής παιδείας μετέχοντες». Μια χαρά ήταν και η επίσης πρωτοσέλιδη φωτογραφία της «Αυγής», την ίδια μέρα, με μια κοπελιά, μαύρη, να σημαιοφορεί στη μαθητική παρέλαση της Αθήνας. Κι εκεί η λεζάντα, από τον Ισοκράτη και τον «Πανηγυρικό» του αντλούσε λέξεις.

Αλλά τον κόσμο, ιδιαίτερα μάλιστα τον βλοσυρό κόσμο της γραφειοκρατίας, δεν είναι εύκολο να τον αλλάξουν οι φωτογραφίες και οι λέξεις, όσο όμορφες και ισχυρές κι αν είναι. Αν τα παιδιά που είδαν πρωτοσέλιδο το πρόσωπό τους κόψουν τη φωτογραφία τους, μαζί με τη λεζάντα, και, μαζί με όλα τα υπόλοιπα χαρτιά του φακέλου τους, την καταθέσουν στις αρμόδιες υπηρεσίες, ζητώντας να τους δοθεί η ελληνική υπηκοότητα, το πιο πιθανό είναι να ακούσουν καγχαστικά γέλια και σχόλια. Διότι η ελληνική πολιτεία, πιστή στο ανιστόρητο δόγμα ότι «Ελληνας γεννιέσαι, δεν γίνεσαι» και στο συνεπαγόμενο «δίκαιο του αίματος», αρνείται την υπηκοότητα σε ανθρώπους που γεννήθηκαν εδώ, πήγαν εδώ δημοτικό, γυμνάσιο, λύκειο, μπήκαν στο πανεπιστήμιο ή «στην παραγωγή», εδώ έκαναν φιλίες και παρέες, εδώ αγάπησαν κι έφτιαξαν οικογένεια.

Ομως... Ομως όχι, οι μετανάστες αυτοί της δεύτερης γενιάς δεν πολιτογραφούνται Ελληνες, δεν έχουν δικαίωμα υπηκοότητας, όπως θα είχαν αν είχαν γεννηθεί κι είχαν μεγαλώσει στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες. Το ελληνικό κράτος τούς καταδικάζει σε κάποιας μορφής αφάνεια, και βέβαια στην ανασφάλεια και στον φόβο: Ανά πάσα στιγμή αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο να απελαθούν και να σταλούν σε μια πατρίδα που δεν τη γνώρισαν ποτέ, δεν την επισκέφθηκαν ποτέ, μπορεί και να μην ξέρουν καν τη γλώσσα της. Θα τους σταματήσουν κάποια στιγμή για εξακρίβωση στοιχείων, και επειδή ούτε αστυνομική ταυτότητα έχουν (διότι δεν δικαιούνται να έχουν) ούτε καν ένα επίσημο πιστοποιητικό γέννησης (διότι ούτε αυτό το δικαιούνται), θα κινδυνέψουν να απελαθούν προς το άγνωστο, προς το τίποτε μάλλον, αφού τίποτε δεν νιώθουν να τους συνδέει με τη γενέτειρα των γονιών τους.

Δεν είναι λίγοι οι μετανάστες δεύτερης γενιάς που αντιμετωπίζονται σαν πολίτες δεύτερης κατηγορίας. Είναι χιλιάδες, δεκάδες χιλιάδες, με ποικίλη την καταγωγή των γονιών τους. Ζουν μαζί μας, σπουδάζουν μαζί με τα παιδιά μας, μπαίνουν στη δούλεψή μας. Είναι ίδιοι μ’ εμάς αλλά όχι ίσοι, γιατί ο ρατσισμός, θεσμοθετημένος στη συγκεκριμένη περίπτωση, τους περιλαβαίνει από την κούνια. Και τι να απαντήσουν στον έναν ή τον άλλον αρμόδιο που τους επισείει τον σιδερένιο κώδικα ελληνικής ιθαγένειας; Να του πουν τάχα για τον Ισοκράτη;"